Μετάφραση Κώστα Ζαννή
«Πέσαμε σ’ ένα φοβερό κρύο.
Η χειρότερη εποχή του χρόνου
Για ταξίδι, και τόσο μακρύ ταξίδι:
Οι δρόμοι γεμάτοι λάσπη κι ο καιρός ελεεινός,
Στην καρδιά του χειμώνα.»
Κι οι καμήλες ξεγδαρμένες, με πληγιασμένα πόδια, δύστροπες,
Ξάπλωναν κάτω στο λιωμένο χιόνι.
Ήρθαν στιγμές που μετανιώναμε κι αναπολούσαμε.
Τα καλοκαιρινά παλάτια μας στις πλαγιές, τους εξώστες.
Τα μεταξένια κορίτσια να φέρνουν σερμπέτι.
Ύστερα οι καμηλιέρηδες βλαστήμαγαν, δυσανασχετούσαν.
Και τό ’σκαγαν, και ζητούσαν πιοτό και γυναίκες,
Κι έσβηναν οι φωτιές τη νύχτα, κι ανύπαρκτα τα καταλύματα,
Κι οι πολιτείες εχθρικές κι οι πόλεις αφιλόξενες,
Και τα χωριά βρώμικα και στις τιμές αρπακτικά:
Περνούσαμε δύσκολες ώρες.
Στο τέλος προτιμήσαμε να ταξιδεύουμε όλη τη νύχτα,
Μ’ έναν ύπνο στα κλεφτά,
Με τις φωνές να τραγουδάν στ’ αυτιά μας, λέγοντας
Πως αυτά ήταν πράγματα τρελά.
Ύστερα κατά το ξημέρωμα κατεβήκαμε σε μια εύκρατη κοιλάδα,
Υγρή, χαμηλότερα απ’ τα χιόνια, που μύριζε βλάστηση,
Μ’ ένα μικρό ποτάμι κι ένα νερόμυλο που χτυπούσε το σκοτάδι
Και τρία δέντρα, χαμηλά στον ουρανό.
Κι ένα γέρικο άσπρο άλογο που κάλπαζε μακριά στα λιβάδια.
Ύστερα ήρθαμε σε μια ταβέρνα με κληματαριά πάνω απ’ την πόρτα,
Έξι χέρια σε μια ανοιχτή πόρτα έπαιζαν αργύρια στα ζάρια.
Και πόδια κλωτσούσαν άδεια ασκιά από κρασί.
Μα δεν υπήρχε καμιά πληροφορία, κι έτσι συνεχίσαμε
Και φτάσαμε τ’ απόβραδο, ούτε στιγμή νωρίτερα
Βρήκαμε το μέρος, ήταν (μπορείς να πεις) ικανοποιητικό.
Όλ’ αυτά έγιναν πριν από πολύ καιρό, θυμάμαι,
Και θα το έκανα πάλι, όμως σημείωσε
Σημείωσε αυτό Αυτό:
Κάναμε όλον αυτό το δρόμο
για Γέννηση ή Θάνατο; Υπήρξε μια Γέννηση, ασφαλώς,
Υπήρχαν αποδείξεις και καμιά αμφιβολία.
Είχα δει γέννες και θανάτους,
Μα νόμιζα πως ήταν διαφορετικά. Αυτή η Γέννηση ήταν
Για μας μια σκληρή και πικρή αγωνία, σα Θάνατος, ο θάνατός μας.
Γυρίσαμε στους τόπους μας, σ’ εκείνα τα Βασίλεια,
Αλλά δε νοιώθουμε πια άνετα εδώ, με τους παλιούς κανόνες,
Μ’ ένα λαό ξένο, γαντζωμένο στους θεούς του.
Θα ήμουν ευχαριστημένος μ’ έναν άλλο θάνατο.