του Γιώργου Καγκουρίδη
– Καλό το σήμερα. Πολύ καλύτερο από το χτες.
– Γιατί;
– Τι γιατί. Η ταβλομαστέλα εγίνηκε πλυντήριο, ο απόπατος λουτρόν κι η λετρίνα WC. Το άροτρον τρακτέρ. Το κάρο φεράρι. Το σακάκι φούτερ. Το «είσ’ αυτού;» κινητό. Και βγάνει και φωτογραφίες! Τα λεφτά μια κάρτα. Το κογολάδο άσφαρτος. Το φανάρι ψυγείον ηλεκτρικόν. Το μάλλινο το στρώμα κοκομάτ. Ο κομμός συρταριέρα. Το φουρνέλο κι η γκαζιέρα ηλεκτρική κουζίνα με κεραμική επιφάνεια που την αγοράζεις τη Black Friday με ευκολίες πλερωμής και με 30 τακατό έκφτωση. Πάει το μπιστιού. Θέλεις κι άλλα;
– Σύμφωνοι. Προοδέψαμε, ξεκουραστήκαμε. Τα βόδια τα φέρνουμε από την Αργεντική και τα τρώμε, τη φέτα από τη Δανία, τα κοτόπουλα αβέρτα μαν, τ’ αλεύργιατα εισαγωγής, αντί για αγνόν παρθένον ελαιόλαδον έχει το ευθυνότερον σπορέλαιον με ολίγον κερασάκι γράσον, το πράσινο σαπούνι έγινε μοσκοσάπουνο για να κόβει την ιδρωτίλα και από στερεόν εγίνηκε και υγρό πιάτων. Εντάξει ειμάστενε. Δε θέλουμ’ άλλα. Μπράβο μας, όλα οκέι.
– Απογράφτηκες;
– Βεβαίως!
– Ηλεχτρονικά;
– Με βοήθησε η δυχατέρα μου. Τσήλεγα και πάτουνε τα κουμπιά.
– Τι έγραψες;
– Δυο ψυχές, δωμάτια έξη, μετά κεντρικής θερμάνσεως.
– Το ’61 τι έγραψε ο πατέρας σου;
– Πού να ξέρω. Ψυχές εφτά, δωμάτια τρία, με μαγκάλι με πυρήνα, πρέπει νάγραψε.
– Είδες; Πρόοδος! Μετά 60 χρόνια, πρόοδος.
– Και τι θέλεις τώρα;
– Όχι, λέω, επειδής μου το παίζεις νοσταργός του παρερθόντος.
– Μ’ αρέσουνε τα παγιά. Από αντίκα έπιπλα μέχρι φωτογραφία τση Ντέζας του ’30.
– Και σήμερις;
– Τι εσήμερις;
– Μια γιαπωνέζικη παροιμία λέει: Αν οι γονείς δουλεύουν και τα παιδιά τους καλοπερνούν, είναι βέβαιο πως τα εγγόνια τους θα καταλήξουν ζητιάνοι.
– Έκαμες Τζαπάν;
– Όχι, το εδιάβασα.
– Παναπεί το ’31 που θε νάχω πάει εις τας αιωνίους μονάς ο δικός μου θα γράψει δύο δωμάτια και οχτώ ψυχές;
– Δεν ηξέρω. Εξαρτάται πως τόνε μεγαλώνεις.
– Του λέω να κοιτάει για ένα καλύτερο αύριο.
– Και πώς θα το κάνει αυτό;
– Του λέω που το σπουδαιότερο πράμα στο κόσμο είναι νάναι καλός άνθρωπος. Και να προσπαθεί. Η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας δε βγάνει πουθενά.
– Αυτή καλά κρατεί. Ο κόσμος τι λέει;
– Δεν ηξέρω, από πού να ξέρω; Σάμπως γλέπω τηλεόραση;

Γιώργος Καγκουρίδης